διαμονή

διαμονή
Ο τόπος στον οποίο βρίσκεται η πρόχειρη ή προσωρινή εγκατάσταση ενός προσώπου. Ο όρος παρουσιάζει νομικό ενδιαφέρον στην περίπτωση που η δ. δεν μπορεί να αποδειχτεί. Σε πολλές περιπτώσεις, ο νόμος αρκείται στον τόπο της δ. για να ρυθμίσει ορισμένες καταστάσεις, όπως αφάνεια, κύρος διαθήκης, ενώ άλλοτε τη λαμβάνει υπόψη μόνο όταν δεν υπάρχουν στοιχεία για την κατοικία. Η δ. έχει επίσης μεγάλη σημασία για την κοινοποίηση των διαφόρων εγγράφων και ιδιαίτερα των δικαστικών. άγνωστη δ. Αν κάποιος δεν βρίσκεται στην κατοικία που τον αναζητούν, ούτε πουθενά αλλού στους χώρους στους οποίους είχε προηγουμένως γνωστή δ., θεωρείται αγνώστου δ. Στην περίπτωση αυτή κοινοποιούνται διάφορα έγγραφα με μια ειδική διαδικασία στον δήμαρχο της πόλης ή στον πρόεδρο της κοινότητας όπου αναζητήθηκε, ή αλλού κατά περίπτωση. Αν αποδείξει όμως αργότερα ότι ήταν γνωστής δ., μπορεί να ανατρέψει τα αποτελέσματα της διαδικασίας αυτής και όποια νομική συνέπεια στηρίχθηκε σε αυτήν. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, αν κάποιος είναι απών ή αγνώστου δ. και κινδυνεύει η περιουσία του, διορίζεται από το δικαστήριο επίτροπος για τη διοίκησή της και κυρίως για τη λήψη μέτρων ασφάλειας και προφύλαξής της.περιορισμός και απαγόρευση δ. Όροι που συναντώνται στο ποινικό δίκαιο με τη μορφή των μέτρων ασφαλείας. Η απαγόρευση δ. σε ορισμένο ή ορισμένους τόπους θεωρείται αυστηρό μέτρο και λαμβάνεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εφόσον συντρέχουν πολλές προϋποθέσεις και υφίσταται συγκεκριμένος κίνδυνος για τη δημόσια τάξη. Για την εφαρμογή του μέτρου πρέπει να έχει προηγηθεί καταδίκη σε κάθειρξη ή φυλάκιση από έναν χρόνο και άνω. Το δικαστήριο καθορίζει τον τόπο ή τους τόπους στους οποίους μπορεί η αστυνομική αρχή να απαγορεύει τη δ. του προσώπου εναντίον του οποίου επιβάλλεται το μέτρο αυτό, για χρονική διάρκεια που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε έτη. Περιορισμός της δ. κάποιου προσώπου σε ορισμένο τόπο μπορεί να επιβληθεί με απόφαση δικαστηρίου, στις περιπτώσεις της προσωρινής απόλυσης προφυλακισμένων ή της απόλυσης καταδικασμένων σε μεγάλες ποινές με όρους (ανάμεσα σε αυτούς και ο περιορισμός της δ.) πριν από την ολοκλήρωση έκτισης της ποινής. Η παραβίαση των περιορισμών συνεπάγεται, μαζί με άλλες συνέπειες, και την άρση της απόλυσης.
* * *
η (AM διαμονή) [διαμένω]
1. διαβίωση σε έναν τόπο, παραμονή
2. τόπος διαμονής, κατοικία
3. διαμονητήριο
αρχ.
1. διάρκεια
2. διατήρηση, εναποθήκευση
3. (για θεούς) διαρκής ύπαρξη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • διαμονῇ — διαμονή continuance fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμονή — continuance fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμονή — η 1. η διαβίωση σε κάποιον τόπο, συνήθως για περιορισμένο χρονικό διάστημα: Η διαμονή του στο ξενοδοχείο ήταν πολύ ευχάριστη. 2. ο τόπος κατοικίας: Πάντα με ανανεώνει η διαμονή μου στην εξοχή το καλοκαίρι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • διαμονῆι — διαμονῇ , διαμονή continuance fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμοναῖς — διαμονή continuance fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμονᾶς — διαμονή continuance fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμονῆς — διαμονή continuance fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμονῇς — διαμονή continuance fem dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμονήν — διαμονή continuance fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμονῶν — διαμονή continuance fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”